Βασιλαντωνάκη: «Οι δυσκολίες μικρές μπροστά στην εκπλήρωση του ονείρου»
26/07/2020 20:04Η Ανθή Βασιλαντωνάκη σε συνέντευξη εφ όλης της ύλης μίλησε για τον Παναθηναϊκό, την πλούσια διεθνή της καριέρα σε Ιταλία και Τουρκία, την Εθνική ομάδα, αλλά και το… beach volley, που αγάπησε με την πρώτη ματιά!
Η 24χρονη διεθνής, η οποία ξεκίνησε ως διαγώνια και πλέον αγωνίζεται ως ακραία, φέτος βρισκόταν στην Γαλατασαράι, μέχρι τη διακοπή του πρωταθλήματος εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού και τη νέα σεζόν θα συνεχίσει να κοσμεί τα τούρκικα γήπεδα, καθώς ήδη βρίσκεται στο Αϊδίνιο έχοντας ξεκινήσει την προετοιμασία της με την φανέλα της Aydin BBSK.
Το… βολεϊκό ταξίδι της όμορφης Κρητικιάς, από την πλευρά του πατέρα της, Πέτρου Βασιλαντωνάκη, και Ολλανδέζας, από την πλευρά της μητέρας της Λεοντίν, ξεκίνησε από τον Βύρωνα. Στη συνέχεια πήρε τη πρώτη της μεγάλη μεταγραφή σε ηλικία 16 ετών ως βασική διαγώνια στον Παναθηναϊκό. Ενώ εκτός συνόρων έχει ήδη αγωνιστεί σε έξι ομάδες!
Μετά τα δύο χρόνια που πέρασε στο «τριφύλλι» και σε ηλικία μόλις 18 ετών η Ανθή άνοιξε τα «φτερά» της για την Ιταλία, και την Κονελιάνο. Εκεί παρέμεινε για δύο χρόνια και έγινε η πρώτη Ελληνίδα αθλήτρια που κατακτά το καμπιονάτο τη σεζόν 2015-16 έχοντας μάλιστα σημειώσει 14 πόντους στον τελευταίο τελικό παίζοντας ως ακραία.
Η ύψους 1,97μ. βολεϊμπολίστρια στη συνέχεια πήγε κατά σειρά στις Μπούστο Αρσίζιο, Νοβάρα -με την οποία κατέκτησε το Κύπελλο και το Super Cup της Ιταλίας τη σεζόν 2017-18- και Λαρντίνι Φιλοτράνο πριν αφήσει την Ιταλία για χάρη της Γαλατάσαραϊ. Ενώ είναι το βασικό… γρανάζι της Εθνικής ομάδας γυναικών.
Και μπορεί φέτος το πρωτάθλημα να διακόπηκε απότομα εξαιτίας του κορονοϊού, αλλά η Ανθή Βασιλαντωνάκη βρήκε τη λύση για να διατηρηθεί σε φόρμα τους μήνες που ακολούθησαν, καθώς έπαιζε beach volley στο ΣΕΦ κόντρα στις Εθνικές ομάδες που έκαναν εκεί την προετοιμασία τους, έχοντας για συμπαίκτρια την διεθνή πασαδόρο, Αθηνά Παπαφωτίου!
Προέρχεσαι από μια… μπασκετική οικογένεια από τον πατέρα σου, Πέτρο Βασιλαντωνάκη. Εσύ πως επέλεξες να ασχοληθείς με το βόλεϊ;
«Ο μπαμπάς μου το επέλεξε, γιατί πιστεύει ότι το μπάσκετ είναι για… αγόρια. Οπότε ξεκίνησα βόλεϊ και επειδή μου ταίριαζε και φυσικά μου άρεσε, το συνέχισα».
Πρώτη μεγάλη μεταγραφή σου όταν ήσουν 16 χρονών από τον Βύρωνα στον Παναθηναϊκό, και μάλιστα σε ρόλο βασικής διαγωνίου πως ήταν αυτή η εμπειρία;
«Θυμάμαι ότι ήταν καλοκαίρι ήμουν διακοπές και μου τηλεφώνησαν και είπα τέλεια θα πάω να παίξω στον Παναθηναϊκό. Δεν είχα καταλάβει ότι θα πήγαινα σε μια τόσο μεγάλη ομάδα και θα αγωνίζομαι στην Α1 κατηγορία. Χάρηκα για την μεταγραφή μου αυτή. Ενώ ο Παναθηναϊκός με «αγκάλιασε» και με βοήθησε πολύ να αγωνιστώ σε αυτό το επίπεδο. Ήταν ουσιαστικά μια καλή προετοιμασία για μένα για να μπορέσω να φύγω στο εξωτερικό, κάτι που ήθελα από μικρή».
Δεν άργησες να φύγεις για το εξωτερικό, ήσουν δύο χρόνια στο «τριφύλλι» όταν μετακόμισες στην Ιταλία και μόλις 18 χρονών ξεκίνησες την διεθνή σου καριέρα. Πως πήρες αυτήν την απόφαση;
«Έπρεπε να τελειώσω το σχολείο για να μπορέσω να φύγω. Ένιωσα έτοιμη αγωνιστικά ότι είχα φτάσει σε ένα επίπεδο, όπου θα μπορούσα να πάω δουλέψω στο εξωτερικό. Ήρθε η ευκαιρία από την Ιταλία, που είναι από τα καλύτερα πρωταθλήματα στον κόσμο, ήξερα ότι θα πάω εκεί για να μάθω ένα διαφορετικό είδους βόλεϊ. Ήταν τέλεια όπως τα περίμενα, παρότι ήμουν μικρή ηλικιακά οι δυσκολίες ήταν πολύ μικρές μπροστά στην εκπλήρωση του ονείρου»!
Στη δεύτερή σου χρονιά στην Ιταλία κατέκτησες το καμπιονάτο, και έγινες μάλιστα η πρώτη Ελληνίδα που πετυχαίνει κάτι τέτοιο. Το περίμενες να συμβεί; Ήταν από τους στόχους σου;
«Την πρώτη χρονιά ήταν για μένα μια προετοιμασία, δεν έπαιζα πολύ, μάθαινα να παίζω. Τη δεύτερη χρονιά έμεινα στην ίδια ομάδα και πήραμε έναν πολύ καλό προπονητή και είχαμε μια καλύτερη ομάδα. Άρχισα να παίζω περισσότερο. Έπαιζα στους ημιτελικούς και τελικούς και έχει άλλη αξία να κατακτάς έναν τίτλο σε μια ομάδα που έχεις συνεισφορά. Προσωπικά λίγες ημέρες μετά κατάλαβα ότι πήραμε το πρωτάθλημα Ιταλίας. Πέτυχα κάτι που όλες ονειρευόμαστε από μικρά παιδιά καθώς το ιταλικό είναι το κορυφαίο πρωτάθλημα στον κόσμο».
Τι είναι αυτό που κάνει το καμπιονάτο το καλύτερο πρωτάθλημα στον κόσμο;
«Είναι πολλές ομάδες από την 1η μέχρι την τελευταία, που μπορούν να αγωνιστούν και να πάρουν το πρωτάθλημα. Σε πολλά πρωταθλήματα -όπως και στο ελληνικό- υπάρχουν για παράδειγμα τέσσερις ομάδες, που μπορούν να πάρουν το πρωτάθλημα και οι υπόλοιπες είναι μικρομεσαίες. Στην Ιταλία ακόμη και αν είσαι 1η μπορείς να χάσεις από την τελευταία. Δεν είσαι ποτέ χαλαρή. Την πρώτη χρονιά που έπαιζα στην Ιταλία η ομάδα που κατέκτησε το πρωτάθλημα ήταν το αουτσάιντερ. Αυτό είναι που κάνει το πρωτάθλημα ξεχωριστό και μοναδικό»!
Φοβήθηκες που ήσουν μόνη σου σε τόσο μικρή ηλικία σε μια ξένη χώρα;
«Στην Ιταλία οι ομάδες βρίσκονται σε μικρές πόλεις, οπότε οι άνθρωποι σε… αγκαλιάζουν γρήγορα. Είσαι υπό προστασία της κοινωνίας και αυτό με βοήθησε. Ένιωσα άνετα. Η Ιταλία είναι κοντά στην Ελλάδα στο τρόπο που σκέφτονται και που ζουν οι άνθρωποι. Οπότε δεν αισθάνθηκα μακριά από το σπίτι μου».
Τι έχεις να πεις σε ένα παιδί που αν και θέλει να κάνει το βήμα παραπάνω φοβάται να φύγει στο εξωτερικό;
«Να μη φοβάται και να το τολμήσει. Όσο πιο νωρίς φύγεις στο εξωτερικό τόσο πιο γρήγορα μαθαίνεις να δουλεύεις με συγκεκριμένο τρόπο, γιατί αλλιώς δουλεύουν εκεί και αλλιώς στην Ελλάδα. Άρα έχεις περισσότερο καιρό να προσαρμοστείς και μεγαλύτερες ευκαιρίες να παίξεις σε μια ομάδα που θα είναι τοπ. Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος μαθαίνει πιο αργά, όσο πιο μικρός παίρνεις πιο εύκολα τις πληροφορίες και μπορείς να τις εφαρμόσεις στο γήπεδο. Αν λοιπόν ένα παιδί μπορεί να ανταπεξέλθει στο βόλεϊ στο εξωτερικό, να φύγει να πάει να συγκεντρωθεί σε αυτό που αγαπά».
Μετά από 4 χρόνια στην Ιταλία «μετακόμισες» στην Τουρκία και την Γαλατασαράι, πόσο εύκολο σου ήταν να προσαρμοστείς;
«Ήμουν στην Κωνσταντινούπολη, που είναι μεγάλη πόλη, και είχα ζωή έξω από το βόλεϊ κάτι που είναι επίσης σημαντικό για έναν αθλητή. Στο τούρκικο πρωτάθλημα δεν υπάρχουν τόσο πολλές ομάδες όσο στην Ιταλία να παλεύουν για το πρωτάθλημα, όμως το επίπεδο είναι υψηλό και γι’ αυτό επέλεξα να παραμείνω εδώ και φέτος».
Φέτος θα αγωνίζεσαι στο Αϊδίνιο, πως πήρες αυτήν την απόφαση εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού;
«Φέτος δε φοβήθηκα γιατί αισθάνθηκα ασφαλής στην Γαλατασαράι. Μου άρεσαν οι συνθήκες. Μου άρεσε και η ομάδα. Γενικά στην χώρα δε μιλούσαν για τον κορονοϊό και το πρωτάθλημα σταμάτησε αρκετά καθυστερημένα σε σχέση με τα υπόλοιπα πρωταθλήματα. Ωστόσο δε μου ήταν δύσκολο να αποφασίσω να μείνω στην Τουρκία. Και εύχομαι στο Αϊδίνιο να φτάσουμε στην 4άδα και να πάρουμε κάποιο τίτλο».
Ποιο είναι το πρώτο μάθημα που έχεις πάρει στην καριέρα σου και κρατάς μέχρι σήμερα;
«Αυτό που θυμάμαι είναι από την κ. Καρολίνα Μπαρζούκα, που μου έλεγε για το σέρβις. Το βόλεϊ είναι ομαδικό άθλημα όμως το σερβίς είναι σαν να παίζεις μόνη σου και είναι το μόνο που μπορείς να ελέγξεις μόνο εσύ. Είναι κάτι που κρατάω μέχρι τώρα».
Έχεις μετανιώσει για κάποια επιλογή στην καριέρα σου;
«Όχι. Όλα είναι καλά»!
Πες μας ένα παράξενο συμβάν που σου έχει συμβεί στο εξωτερικό;
«Με τον κορονοϊό, στο οποίο ένιωσα ότι ήμουν μόνη μου για πρώτη φορά. Με είχε πιάσει ένας πανικός, αλλά ήρθαμε κοντά με τις συναθλήτριές μου και καταφέραμε να το ξεπεράσουμε. Οι γονείς μου έλεγαν γύρνα πίσω. Πανικοβλήθηκαν γιατί στην Τουρκία προσπαθούσαν να το καλύψουν και τους καθησύχαζα εγώ».
Πως αποφάσισες αυτό το καλοκαίρι να ασχοληθείς με το beach volley;
«Την ιδέα μου την έδωσε η Αθηνά (σ.σ. Παπαφωτίου), που μου είχε πει ότι θα ξεκινήσει προπονήσεις. Μιλήσαμε με τον κ. Ρουμελιώτη και τους προπονητές της Εθνικής και μας δέχτηκαν κατευθείαν. Είναι πολύ καλό να παίζεις beach volley γιατί όχι μόνο μας βοηθάει να επιστρέψουμε σε μια καλή αγωνιστική κατάσταση μετά από την καραντίνα. Αλλά γενικά το καλοκαίρι θεωρώ πως είναι θετικό να παίζεις beach volley για το σώμα σου και ως μεταβατική περίοδο για την σάλα. Και φυσικά γίνεσαι σίγουρα πιο ολοκληρωμένος παίκτης από το beach volley».
Είσαι μέλος της Εθνικής ομάδας από μικρή στα κλιμάκια και στη συνέχεια στις γυναίκες. Τι είναι αυτό που θέλεις να πετύχεις;
«Από μικρές μας έλεγαν ότι όσο παίζουμε μαζί θα φτάσουμε ψηλά. Και όντως μια γενιά κοριτσιών ενταχθήκαμε στην Εθνική Γυναικών και φτάσαμε να παίξουμε στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, το οποίο είναι σημαντικό για την Ελλάδα και για εμάς και για το άθλημα γενικά. Από εδώ και πέρα θέλουμε να κάνουμε το επόμενο βήμα και να διεκδικήσουμε κάτι παραπάνω. Για να το κάνουμε αυτό θα πρέπει να αρχίσουμε να χτίζουμε από πιο νωρίς. Θα έπρεπε η Ομοσπονδία να χτίσει κλιμάκια. Να μαζέψει κάποια κορίτσια που θα δουλεύουν μαζί όλο το χρόνο, όπως γίνεται στις χώρες της Ευρώπης. Το πιο σημαντικό είναι ότι ξεκινάνε να δουλεύουν από νωρίς μαζί και να κάνουν προπονήσεις και να δίνουν αγώνες όλο το χρόνο. Εμείς δουλεύαμε μόνο το καλοκαίρι, όχι όλο το χρόνο και αυτό πρέπει να αλλάξει».
Είσαι μόνο 24 χρονών ποια ακόμη κορυφή ονειρεύεσαι να κατακτήσεις;
«Θα ήθελα να αγωνιστώ σε άλλα πρωταθλήματα σε όλο τον κόσμο, ακόμη και σε Ασία και Βραζιλία. Μου αρέσει η ζωή μου και αυτό που ζω οπότε δε θέλω να επιστρέψω ακόμη. Τα ταξίδια είναι κάτι που λατρεύω και έτσι είμαι ανοικτή σε νέες προκλήσεις. Φέτος το καλοκαίρι μάλιστα ήθελα να πάω στη Ζανζιβάρη με την Αθηνά (σ.σ. Παπαφωτίου), αλλά ο κορονοϊός μας χάλασε τα σχέδια. Θα πρέπει να περιμένει αυτό το ταξίδι για του χρόνου».