Mamma mia, τι… σφυρίχτρες!
24/07/2015 10:17Στα γήπεδα προσπαθούν πάντα να περνάνε απαρατήρητες. Ως γυναίκες όμως, λόγω γοητείας και σεξ απίλ, κάτι τέτοιο ασφαλώς δεν είναι εύκολο… Ως διαιτητές όμως αφήνουν πάντα στους άλλους να έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Όλες τους πριν ερωτευτούν την… σφυρίχτρα, είχαν το μικρόβιο του βόλεϊ στο αίμα τους και ως πρώην αθλήτριες, πάνω στην σκάλα γνωρίζουν πολύ καλά την ψυχολογία των παικτών και, αν χρειαστεί, μπορούν εύκολα να «μπούνε στα παπούτσια» τους.
Ο λόγος για τις τρεις «αρχόντισσες των αγώνων» σε σάλα και άμμο, Παναγιώτα Ράντσιου (ΣΥ.Δ.ΠΕ.Α.Α.Α), Ιόλη Πανίδη (ΣΥ.Δ.ΠΕ.Δ.Α.Π) και Αγγελίνα Μπασκάκη (ΣΥ.Δ.ΠΕ.Κ.), που «σφράγισαν» με την παρουσία τους το ιστορικό τουρνουά Masters στη Σκόπελο και όπως όλοι οι συνάδελφοι τους έβγαλαν για άλλη μια φορά “ασπροπρόσωπο” τον Υπεύθυνο διαιτησίας μπιτς βόλεϊ, Βασίλη Ράπτη, τον οποίον αισθάνονται την ανάγκη ευχαριστήσουν και δημοσίως για όσα τους έχει προσφέρει και κυρίως την εμπιστοσύνη που τους έχει δείξει καθ’ ολη τη συνεργασίας τους.
Η Ράντσιου (δεξιά στη φωτό), απόφοιτος Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων, που πριν δύο μέρες έκλεισε τα 32 της, ήταν α’ διαιτητής του τελικού γυναικών, με δεύτερη την συνομήλική της γυμνάστρια, Πανίδη (μέσον), ενώ η 29χρονη Χανιώτισσα, απόφοιτος των ΤΕΙ Λογιστικής Κρήτης, Μπασκάκη (αριστερά), ορθώς «κοκκίνισε» το Νικήτα Ευφραιμίδη, όταν πέρασε κάτω από το φιλέ στα προημιτελικά, βγάζοντας την πρώτη κάρτα στην ιστορία της διοργάνωσης!
Το Volleyplanet επηρεασμένο από το μοναδικό θέαμα στα γήπεδα της Χώρας και την αύρα του «Mamma Μia» που έπειτα από 8 χρονιά κάνει ακόμη αυτό το καταπράσινο νησί να «χορεύει» στους ρυθμούς των ΑΒΒΑ, φωτογράφησε τις όμορφες ρέφερι σε εναλλακτικές πόζες του γνωστού μιούζικαλ . Ακομπλεξάριστες, με φοβερό… αέρα, χιούμορ και προπάντων με τη λάμψη της έντονης προσωπικότητάς τους, απέδειξαν πως όσο κι αν εκείνες αρνούνται πεισματικά το ρόλο των πρωταγωνιστών, μπορούν θαυμάσια και ως…. Guest star να «κλέψουν την παράσταση» σε ένα τουρνουά, επειδή λατρεύουν πραγματικά το μπιτς βόλεϊ και τη διαιτησία. Γιατί μαζί με τους πραγματικούς «πρωταγωνιστές» του αθλήματος, τους αθλητές είναι εξίσου απαραίτητα και τα δύο, για να συνεχίσει να «χτυπά» η «καρδιά» του βόλεϊ στην Ελλάδα.
V.P.: Πότε ασχοληθήκατε για πρώτη φορά με το βόλεϊ και πως μπήκε στη ζωή σας η διαιτησία;
Π.Ρ: «Ξεκίνησα από μικρή στο βόλεϊ, όπου πέρασα από όλες τις ηλικιακές κατηγορίες, ως αθλήτρια στον πάλαι ποτέ Ερμή Πειραιά και τον Έσπερο Καλλιθέας. Έχοντας όμως στο νου μου, ότι κάποια στιγμή θα φτάσει αγωνιστικά το… πλήρωμα του χρόνου , αναζητούσα κάποιο τρόπο που θα μου έδινε τη δυνατότητα να παραμείνω στο χώρο του βόλεϊ. Ψάχνοντας λοιπόν, τυχαία βρήκα μία αγγελία για μία σχολή διαιτησίας σάλας και πήγα.
Έβγαλα τη σχολή, στον πρώτο χρόνο, ασχολήθηκα λίγο γιατί παράλληλα έπαιζα κιόλας και το δεύτερο χρόνο ασχολήθηκα μόνο με τη διαιτησία γιατί ήταν ανέφικτο να συνεχίσω παράλληλα και τα δύο με την απαιτούμενη συνέπεια. Έκλεισε λοιπόν το «κεφάλαιο» της αθλήτριας του βόλεϊ και άνοιξε ένα νέο, αυτό της διαιτησίας. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής δεν περίμενα πως θα μου άρεσε τόσο πολύ η νέα μου αποκλειστική ιδιότητα, γατί όσο να’ ναι, μου έλειπε ο ρόλος της αθλήτριας . Αγάπησα όμως πολύ τη διαιτησία και κατάλαβα ότι από οποιοδήποτε πόστο κι αν υπηρετούσα το βόλεϊ, θα μου άρεσε εξίσου, αφού… I love this game!».
Ι.Π.: «Παίζω βόλεϊ από την τρίτη δημοτικού σε ακαδημίες , συνέχισα να αγωνίζομαι σε τοπικές ομάδες και κάποια στιγμή μπήκε στη ζωή μου ο στίβος. Το βόλεϊ όμως ήταν πάντα «στην καρδιά και στο μυαλό μου» και ακόμη κι όταν έκανα πρωταθλητισμό στον στίβο, αλλά και τώρα πλέον που συνεχίζω να ασχολούμαι με το βόλεϊ σε κάποιες ομάδες. Ακολούθησε ένας τραυματισμός στον στίβο, που με ανάγκασε να σταματήσω από το ταρτάν. Έτσι πήρα την απόφαση να πάω στη σχολή διαιτησίας».
Α.Μ.: «Η σχέση μου με το βόλεϊ ξεκίνησε σε ηλικία 11 ετών, όταν για πρώτη φορά έπαιξα σε ένα σχολικό πρωτάθλημα μίνι βόλεϊ. Εκεί με είδαν κάποιοι προπονητές, μου πρότειναν να πάω σε κάποιες ομάδες και από εκείνη τη στιγμή… μπήκα στο γήπεδο και δεν ξαναβγήκα! Στα 19 μου όμως είχα έναν αρκετά σοβαρό τραυματισμό, που δεν μου επέτρεψε να συνεχίσω, κάτι που με «πόνεσε» περισσότερο και από τον τραυματισμό. Για έξι χρόνια εξαφανίστηκα εντελώς από τα γήπεδα, γιατί δεν ήθελα να ακούω ή να βλέπω βόλεϊ, αφού δεν άντεχα στην ιδέα πως δεν μπορούσα να παίξω. Ώσπου κάποια στιγμή, δέχθηκα μια πρόταση από έναν φίλο μου να κατέβουμε σε ένα μικτό τουρνουά μπιτς βόλεϊ από το πουθενά και ενώ στην αρχή ήμουν φοβερά διστακτική, τελικά πείστηκα. Από τότε ξεκίνησα να ξαναπαίζω δειλά και παράλληλα, μετά από λίγο καιρό, παρακολούθησα και τη σχολή διαιτησίας, πράγμα με το οποίο υπήρχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου να ασχοληθώ κάποια στιγμή, αφού σαν αθλήτρια, στο παρελθόν, είχα παροτρυνθεί από έναν προπονητή μου. Αυτός ο… παράλληλος ρόλος αθλήτρια-διαιτητή, λειτούργησε για ένα χρόνο κ έπειτα διάλεξα να προχωρήσω στη διαιτησία».
V.P: Τι σας γοήτευσε περισσότερο στη διαιτησία του μπιτς βόλεϊ;
Π.Ρ.: «Ώρες ώρες αισθάνομαι σαν το… Δόκτωρ Τζέκυλ και τον Μίστερ Χάιντ! Το καλοκαίρι λατρεύω το beach volley και το χειμώνα με κερδίζει η σάλα. Δεν μπορώ να διαλέξω κάποιο από τα δύο. Και τα δύο για μένα είναι διαφορετικά… Το beach volley έχει έναν άλλο… αέρα, μία διαφορετική αύρα, είναι αυθόρμητο, εντυπωσιακό για τον κόσμο και σίγουρα τον ενθουσιάζει, παρόλο που και η σάλα είναι πολύ θεαματικό άθλημα»!
Ι.Π.: «Ομολογώ ότι πλέον αγαπάω το μπιτς βόλεϊ περισσότερο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι παλιότεροι διαιτητές μας έχουν μάθει πάρα πολλά και μας έχουν βοηθήσει να προχωρήσουμε, δίνοντάς μας τις σωστές βάσεις. Και για αυτό προσωπικά το μπιτς βόλεϊ το αισθάνομαι σαν «οικογένεια». Το κλίμα είναι εξαιρετικό, όχι μόνο μεταξύ ημών, αλλά μεταξύ των αθλητών του κοινού, είναι πιο αυθόρμητο και κυριαρχεί το fair play, όχι μόνο γιατί δεν υπάρχουν συλλογικές και οπαδικές προτιμήσεις, αλλά γιατί όλοι οι αθλητές γνωρίζονται πολύ καλά μεταξύ τους, προπονούνται μαζί και είναι όλοι μια παρέα.
Α.Μ.: Έπειτα από τα πρώτα παιχνίδια παίδων – κορασίδων, παμπαίδων – παγκορασίδων που πρόλαβα να σφυρίξω στη σάλα, μια που τη σχολή την έβγαλα τον Απρίλη που τα πρωταθλήματα τελείωναν, βγήκα για τα καλά στην… παραλία αφού, το ίδιο καλοκαίρι πραγματοποιήθηκε σχολή διαιτησίας μπιτς κ εκεί… «Γλυκάθηκα» με τα τουρνουά. Κάπως έτσι, βρέθηκα να σφυρίζω και να παίζω παράλληλα! Τελικά μετά από το δίλημμα που είχα, «αθλήτρια ή διαιτητής» , επέλεξα το δεύτερο, που είναι γεγονός ότι χωρίς να μιλήσω για τη σάλα, η διαιτησία στο μπτς βόλεϊ με κερδίζει από μέρα σε μέρα ολοένα και περισσότερο.
V.P: Ποια είναι η αντιμετώπιση που είχατε μέχρι σήμερα στα γήπεδα;
Π.Ρ.: «Προβλήματα δεν έχω αντιμετωπίσει ιδιαίτερα, αν εξαιρέσεις κάποιες μπάλες που με… έχουν βάλει σημάδι (γέλια), γατί όσο περνάνε τα χρόνια τόσο περισσότερο οι γυναίκες ρέφερι απολαμβάνουν την αποδοχή του κόσμου, των αθλητών, των προπονητών, που μας βλέπουν χρόνια τώρα στα γήπεδα να ανταποκρινόμαστε πλήρως στα καθήκοντά μας».
Ι.Π.: «Ως γυναίκα διαιτητής δεν έχει τύχει να αντιμετωπίσω κάποια κατάσταση που θα με φέρει σε δύσκολη θέση στις διοργανώσεις, γιατί οι γυναίκες διαιτητές θα έλεγα πως «βγάζουν» μία «αντρική» προσωπικότητα στους αγώνες. Πολλές φορές έτυχε να εισπράξουμε απ’ τους άλλους σφυρίγματα θαυμασμού…»
Α.Μ: «Αν και είμαι πολύ νέα στο χώρο, θεωρώ πως τα πράγματα πηγαίνουν καλά, αν και η πορεία θα δείξει. Σίγουρα πάντως στο beach volley «σφυρίγματα» θαυμασμού υπαρχουν. Όταν κάποιοι βλέπουνε μία θηλυκή παρουσία, προφανώς το πρώτο πράγμα που κοιτάνε… Είναι άνδρες, είναι γυναίκα, οπότε… ναι»!
V.P: Σε τι επίπεδο θεωρείτε πως βρίσκεται σήμερα η ελληνική διαιτησία;
Π.Ρ.: «Θεωρώ πως η διαιτησία στην Ελλάδα βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο. Βλέπουμε εξάλλου πως ακόμη και τώρα που λόγω κρίσης, το αγωνιστικό επίπεδο, δεν είναι όπως ήταν τα προηγούμενα χρόνια, η εικόνα της ελληνικής διαιτησίας στο εξωτερικό, παραμένει ψηλά, κάτι που φαίνεται και από τους ορισμούς πολλών διεθνών συναδέλφων σε σπουδαίες διοργανώσεις.
Μεγάλη σημασία όμως έχει και η δουλειά που γίνεται με τα παιδιά που έπονται από εμάς. Όπως κι εμείς χρωστάμε πολλά σε παλιότερους διαιτητές και σε διεθνείς, που μας βοήθησαν πολύ με την εμπειρία τους και μας βοηθούν.
Ι.Π.: «Καλώς ή κακώς λάθη πάντα γίνονται, όπως αντίστοιχα σφάλματα κάνουν και οι αθλητές προπονητές , όπως όλοι άνθρωποι. Αν και είμαι νέα στο χώρο, θεωρώ ότι η ελληνική διαιτησία βρίσκεται σε καλό επίπεδο, ενώ εκτιμώ πως είμαστε σε ακόμη υψηλότερο επίπεδο στο διεθνή χώρο».
Α.Μ.: «Θεωρώ πως οι Έλληνες διαιτητές, είναι σε πολύ ψηλό επίπεδο. Αυτός είναι και ο λόγος που πέρυσι επιδίωξα μάλιστα να ανέβω στην Αθήνα ώστε να παρακολουθήσω πολλούς αγώνες, προκειμένου να εμπλουτίσω τις παραστάσεις μου βλέποντας και παρατηρώντας πολλούς καταξιωμένους διαιτητές μας, οι οποίοι φροντίζουν με τις συμμετοχές τους σε παγκόσμια, πανευρωπαϊκά και όχι μόνο πρωταθλήματα να κρατούν πολύ ψηλά τη σημαία της ελληνικής διαιτησίας».