« Μου φεύγει το πόδι μου… »
25/10/2014 08:00Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος του γόνατος είναι το κύριο σταθεροποιητικό στοιχείο σε πρόσθια μετατόπιση της κνήμης και σε έσω στροφή αυτής. Αποτελείται από δύο ανατομικές δέσμες, την προσθία έσω και την οπισθία έξω με διαφορετική εμβιομηχανική συμπεριφορά σε κάμψη και έκταση.
Κακή προετοιμασία , ελλιπής ή υπερβολική προπόνηση , κακή αποκατάσταση παλαιοτέρων τραυματισμών, γρήγορη επιστροφή στα γήπεδα χωρίς την πλήρη ανάρρωση από άλλο τραυματισμό, ή απλά η «κακιά στιγμή» είναι οι συχνότερες αιτίες . Όπως επίσης και η κακή προθέρμανση , τα ακατάλληλα υποδήματα και γήπεδα.
Μετά τον τραυματισμό υπάρχει πόνος (όχι πάντα) , οίδημα άλλοτε άλλου βαθμού και υπάρχει αίσθημα αστάθειας («μου φεύγει το πόδι μου»). Η διάγνωση τίθεται κυρίως κλινικά με ειδικές δοκιμασίες από έμπειρο ορθοπαιδικό ειδικευμένο στις αθλητικές κακώσεις , ενώ ο ρόλος της μαγνητικής τομογραφίας είναι βοηθητικός – και σαφώς όχι καθοριστικός – κυρίως για τη διάγνωση συνοδών κακώσεων, όπως ρήξη μηνίσκων, πλαγίων συνδέσμων, χόνδρου, οστικού μετατραυματικού οιδήματος ή πιο σύνθετων κακώσεων.
Δεν… ράβεται, αλλά αντικαθίσαται!
Ο σπασμένος χιαστός δεν ράβεται (έχει δοκιμαστεί, χωρίς επιτυχία, κατά το παρελθόν). Αντικαθίσταται και στη θέση του τοποθετείται είτε φυσικό αυτομόσχευμα, είτε σε κάποιες επιλεκτικές περιπτώσεις πτωματικό μόσχευμα τα οποία «καθηλώνονται» με διάφορους τρόπους.
Το είδος του μοσχεύματος αποτελεί μεγάλο αντικείμενο συζήτησης, με το φυσικό μόσχευμα ν’ αποτελεί την κύρια και σε πολλές περιπτώσεις την μοναδική επιλογή. Δημοφιλής τα τελευταία χρόνια έγινε η χρήση δύο τενόντων μαζί, του ημιτενοντώδη και του ισχνού προσαγωγού (συνολικά τετραπλό μόσχευμα).
Δύο μεγάλες εξέλιξεις
Πλεονέκτημα της μεθόδου είναι η αντοχή του μοσχεύματος (υπερδιπλάσια του φυσιολογικού πρόσθιου χιαστού). Μειονέκτημα είναι τα σημεία καθήλωσης, τόσο στο μηρό, όσο και στην κνήμη (ενσωμάτωση τένοντα σε οστούν). Επιστροφή σε πλήρη αθλητική δραστηριότητα υπολογίζεται τουλάχιστον στους 6 μήνες. Δύο είναι οι πολύ μεγάλες εξελίξεις στην συγκεκριμένη μέθοδο.
Πρώτον η τεχνική του διπλού τούνελ (double bundle) με τα δύο τενόντια μοσχεύματα να χρησιμοποιούνται χωριστά σε διαφορετικά οστικά τούνελ στον μηρό και στην κνήμη αναπαριστώντας καλύτερα την ανατομική του φυσιολογικού ΠΧΣ με τις δύο δέσμες.
Η τεχνική αυτή όξυνε τις χειρουργικές ικανότητες των χειρουργών και καθιέρωσε την χρήση της έσω αρθροσκοπικής πόρτας για την παρασκευή του μηριαίου τούνελ. Κυρίως όμως μας έμαθε να σεβόμαστε περισσότερο και να γνωρίσουμε καλύτερα την ανατομική του ΠΧΣ οδηγώντας έτσι τις εξελίξεις στο επόμενο στάδιο. Δηλαδή στην ανατομική και όχι ισομετρική αποκατάσταση του ραγέντος συνδέσμου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις μελλοντικές εξελίξεις στη χειρουργική του ΠΧΣ αποτελούν οι πιθανές βιολογικές θεραπείες που θα δράσουν είτε συνεργικά, είτε ενισχυτικά όπως η χρήση αυτόλογου αιμοπεταλιακού παράγοντα (PRP) η μεσεγχυματικών κυττάρων (stem cells). Απαιτείται αρκετός χρόνος και σωστά δομημένες επιστημονικές εργασίες για να τεκμηριωθεί η χρήση τους η όχι.